Πριν από τους διεθνείς ποδοσφαιρικούς αγώνες, ακούγονται οι εθνικοί ύμνοι, αμέτρητοι οπαδοί τραγουδούν ένθερμα, ντυμένοι με τα χρώματα της ομάδας τους. Το να είναι κανείς υπερήφανος για τη χώρα του – είναι αυτό από μόνο του εθνικισμός; Ή μάλλον μια έκφραση καθαρού πατριωτισμού; Πού βρίσκονται στην πραγματικότητα τα όρια και τι διακρίνει τον εθνικισμό;
Ορισμός
Ο Duden ορίζει τον όρο εθνικισμός ως „μια πολιτική στάση κατά την οποία το μεγαλείο και η δύναμη του δικού μας κράτους θεωρούνται ως οι υψηλότερες αξίες με έναν υπερβολικό, μισαλλόδοξο τρόπο“. (Duden 201, 673) Επιπλέον, μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να περιγράψει την προσπάθεια ενσωμάτωσης πολιτικών-πολιτισμικών ομάδων σε ένα κοινό εθνικό κράτος (βλ. Riescher 2005, 599).
Αυτό καθιστά σαφή τη συσχέτιση μεταξύ των δύο όρων εθνικισμός και έθνος, οι οποίοι είναι στενά συνδεδεμένοι. Ο εθνικισμός μπορεί να επιφέρει ένα εθνικό κράτος ή να συμβάλει στη δημιουργία του, ενώ ο εθνικισμός, αντίθετα, είναι μια ιδεολογία που μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τους εκπροσώπους του εθνικού κράτους ή να ενισχυθεί ενεργά πολιτικά. Συνεχίζοντας αυτή την ιδέα, ο φιλόσοφος Ernest Gellner υποστηρίζει ότι „ο εθνικισμός […] είναι μια θεωρία πολιτικής νομιμότητας σύμφωνα με την οποία τα εθνικά σύνορα δεν πρέπει να συμπίπτουν με τα πολιτικά- ειδικότερα, εντός ενός κράτους, τα εθνικά σύνορα δεν πρέπει να διαχωρίζουν τους κυβερνώντες από τους κυβερνώμενους“. (Gellner 1995, 8 στ.)
Ο Γερμανός ιστορικός Dieter Langewiesche οξύνει ακόμη περισσότερο αυτόν τον ορισμό: „Κατά συνέπεια, ο εθνικισμός είναι μια ιδεολογία που νομιμοποιεί τη διάλυση και την καταστροφή της παραδοσιακής τάξης και θέλει να βάλει στη θέση της κάτι νέο – διεκδικώντας αυτό το νέο, μια κοινωνία με μια ισότιμη τάξη αξιών, συγκροτημένη ως κράτος με συλλογικό, δηλαδή επίσης ισότιμο, κυρίαρχο. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο εθνικισμός προέκυψε ιστορικά ως ιδεολογία απελευθέρωσης“. (Langewiesche 1994, 14)
Ο εθνικισμός ως προϊόν της σύγχρονης εποχής
Ο Langewiesche χαρακτηρίζει τον εθνικισμό ως „δημιούργημα της νεωτερικότητας“. (Langewiesche 1994, 5)
Η εμφάνιση του εθνικισμού ήταν συνέπεια του „εκσυγχρονισμού της κοινωνίας μέσω της εκβιομηχάνισης“ (Landgrebe 2003, 16). Οι τεχνικές καινοτομίες αποτελούσαν προϋπόθεση για να μπορέσει μια συγκεκριμένη πολιτισμική ομάδα να θεωρήσει τον εαυτό της ως έθνος. Οι απαρχές της χρονολογούνται στα μέσα του 18ου αιώνα (βλ. Planert 2004, 11).
Ο Wehler προσθέτει ότι ο εθνικισμός „θα πρέπει να κατανοηθεί ως μια ευφυής κοινωνική εφεύρεση που προέκυψε ως απάντηση σε επαναστατικές κρίσεις κατά τη διαδικασία του δυτικού εκσυγχρονισμού“. (Wehler 2011, 24) Επιπλέον, οι όλο και περισσότερο υπερεθνικές πολιτικές σε περιόδους παγκοσμιοποίησης προκαλούν την αντίθετη εξέλιξη ενός αυξανόμενου εθνικισμού (βλ. Lemke 2018, 214).
Περιεκτικός έναντι αποκλειστικού εθνικισμού
Ο Riescher σκιαγραφεί μια τυπολογία του εθνικισμού που διακρίνει μεταξύ περιεκτικού και αποκλειστικού εθνικισμού (βλ. Riescher 2005, 599). Περιγράφει τον συμπεριληπτικό εθνικισμό ως μια μάλλον μέτρια εθνική συνείδηση, συγκρίσιμη σε ένταση με τον πατριωτισμό, η οποία έχει νομιμοποιητικό αποτέλεσμα μέσω της ενσωμάτωσης όλων των πολιτικοπολιτισμικών ομάδων (βλ. ό.π.).
Αντίθετα, υπάρχει ο αποκλειστικός εθνικισμός: αυτός „χαρακτηρίζεται από μια υπερβολική αίσθηση αξίας που, σε διάκριση από άλλα κράτη ή έθνη, υπερτονίζει τα δικά του εθνικά χαρακτηριστικά ή τα θεωρεί ανώτερα από τα άλλα. (ό.π.) Η προκύπτουσα απαίτηση για ομοιογένεια εντός των πολιτικών συνόρων οδηγεί στον αποκλεισμό άλλων πολιτισμικών ομάδων και σε μια θεμελιώδη αντίσταση σε οτιδήποτε ξένο (βλ. ό.π.).
Ενώ λοιπόν ο περιεκτικός εθνικισμός έχει ενοποιητικό αποτέλεσμα και μπορεί να συμβάλει στη δημιουργία ενός εθνικού κράτους, ο αποκλειστικός εθνικισμός χαρακτηρίζεται από μια ριζική απόρριψη όλων των ομάδων που δεν ανήκουν στη δική του εθνική ομάδα.
Διάκριση από τον πατριωτισμό και τον σοβινισμό
Μια σημασιολογική ομοιότητα συνδέει τον εθνικισμό με τον πατριωτισμό. Οι δύο αυτοί όροι πρέπει να διαχωρίζονται μεταξύ τους, εφόσον ο τελευταίος προϋποθέτει „ένα αίσθημα του ανήκειν σε ένα έθνος, το οποίο συνδέεται επίσης με υπερηφάνεια, αλλά το οποίο πρέπει να είναι απαλλαγμένο από την υποτίμηση άλλων εθνών“ (Jansen και Borggräfe 2007, 17). Αυτό εξαλείφει την υποτίμηση και την απόρριψη άλλων πολιτισμών (βλ. ό.π.).
Ο σοβινισμός μπορεί να θεωρηθεί ως μια ακραία μορφή εθνικισμού. Αυτός αναφέρεται στον „επιθετικά υπερβολικό εθνικισμό και το συνακόλουθο μίσος για τα μέλη άλλων εθνικοτήτων“ (Duden 2010, 249).
Χαρακτηριστικά του εθνικισμού
Ποια είναι τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του εθνικισμού; Ο Planert κατονομάζει διάφορα χαρακτηριστικά από πολιτισμική, πολιτική και κοινωνικοϊστορική άποψη. Από μια κουλτουραλιστική οπτική γωνία, ο εθνικισμός είναι ένα σύστημα ομαδικής ολοκλήρωσης που βασίζεται σε έναν αυτοπαραγόμενο, φαινομενικά διαχρονικά διαρκή πολιτισμικό πυρήνα, ο οποίος χαρακτηρίζεται από την απομάκρυνση των άλλων, από διαδικασίες ένταξης και αποκλεισμού και από τη μοντελοποίηση συγκεκριμένων έμφυλων ρόλων (βλ. Planert 2004, 11). Η νομιμοποίηση αυτού του συστήματος βασίζεται στη δημιουργία εθνικών μύθων (βλ. ό.π.).
Από πολιτική άποψη, ο εθνικισμός περιορίζεται σε μια συγκεκριμένη περιοχή και προκαλεί τη σύμπτωση μεταξύ έθνους και κράτους σε αυτή την περιοχή, η σημαντικότερη αξία της οποίας είναι η αφοσίωση (βλ. ό.π.). Επιπλέον, υπάρχει συσχέτιση μεταξύ εθνικισμού και πολέμου (βλ. ό.π.). Ο εθνικισμός αψηφά τις υπάρχουσες πολιτικές τάξεις και χαρακτηρίζεται επίσης από μια υπόσχεση συμμετοχής καθώς και από μια δυναμική δράσης που καθιστά δυνατή την κινητοποίηση μαζών ανθρώπων (βλ. ό.π.).
Από κοινωνικοϊστορική άποψη, οι εθνικιστικές ιδέες αναπτύσσονται από μια ορισμένη, κοινωνικά προσδιορίσιμη τάξη υποστήριξης με συγκεκριμένα συμφέροντα. Η άρθρωση αυτών των ιδεών οδηγεί σε μια υφέρπουσα εξάπλωση και μόνιμη παρουσία των εθνικών ιδεών σε μια συνεχή χρονική περίοδο (βλ. ό.π.). „Για την εξάπλωση αυτή πρέπει να υπάρχουν ελάχιστες δομικές προϋποθέσεις – όπως ένας κοινός επικοινωνιακός και οικονομικός χώρος ή υπερκείμενοι θεσμοί“. (ibid.)
Λογοτεχνία
Duden (2010): Das Bedeutungswörterbuch. Vol. 10. 4η έκδ. Βερολίνο: Dudenverlag.
Gellner, Ernest (1995): Gellner: Εθνικισμός και νεωτερικότητα. Αμβούργο: Rotbuch.
Jansen, Christian/ Borggräfe, Henning (2007): Έθνος – Εθνικότητα – Εθνικισμός. Φρανκφούρτη: Campus.
Landgrebe, Alix (2003): „Αν η Πολωνία δεν υπήρχε, θα έπρεπε να εφευρεθεί“. Η ανάπτυξη της πολωνικής εθνικής συνείδησης στο ευρωπαϊκό πλαίσιο από το 1830 έως τη δεκαετία του 1880. Βισμπάντεν: Harrassowitz.
Langewiesche, Dieter (1994): Ο εθνικισμός στον 19ο και 20ό αιώνα: μεταξύ συμμετοχής και επιθετικότητας. Βόννη: Ερευνητικό Ινστιτούτο του Ιδρύματος Friedrich Ebert.
Lemke, Christiane (2018): Διεθνείς Σχέσεις. Βασικές έννοιες, θεωρίες και προβληματικές περιοχές. 4η έκδ. Βερολίνο/ Βοστώνη: de Gruyter.
Planert, Ute (2004): Nation und Nationalismus in der deutschen Geschichte. Στο: Aus Politik und Zeitgeschichte 39.
Riescher, Giesela (2005): Εθνικισμός. Στο: Nohlen, Dieter/ Schultze, Rainer-Olaf (επιμ.): Lexikon der Politikwissenschaft. Vol. 2. N-Z. Θεωρία, μέθοδοι, όροι. Μόναχο: Beck, 599.
Wehler, Hans-Ulrich (2011): Nationalism. Ιστορία, μορφές, συνέπειες. 4η έκδ. Μόναχο: Beck.