Ο όρος φύλο πρέπει πρώτα να διαχωριστεί από τον όρο φύλο. Ενώ το φύλο αναφέρεται στη „φυσική-βιολογική διαφορά μεταξύ ανδρικού και γυναικείου σεξουαλικού σώματος“ (Metzler Lexikon 2002, 357), το φύλο αναφέρεται στο κοινωνικό φύλο: „Αυτό που μια συγκεκριμένη κοινωνικο-ιστορική κοινότητα αντιλαμβάνεται και ερμηνεύει ως αρσενικό ή θηλυκό είναι το αποτέλεσμα ερμηνευτικών αποδόσεων“ (Metzler Lexikon 2002, 357).
Έρευνα για το φύλο
Η έννοια του φύλου δεν θεωρεί λοιπόν την ταυτότητα του φύλου ως έμφυτη, αλλά ως κοινωνικοπολιτισμική, ιστορικά-χρονικά δεσμευμένη κατασκευή εντός μιας κοινωνίας. Οι λεγόμενες έρευνες φύλου εξετάζουν τη σχέση μεταξύ των δύο φύλων στους διάφορους τομείς ενός πολιτισμού. „Η βασική παραδοχή είναι ότι οι λειτουργίες, οι ρόλοι και τα χαρακτηριστικά που συνιστούν τον ανδρισμό και τη θηλυκότητα δεν προκύπτουν αιτιωδώς από τις βιολογικές διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών, αλλά είναι κοινωνικές κατασκευές και συνεπώς μεταβλητές. (Metzler Lexikon 2002, 141) Το ερευνητικό επίκεντρο έχει μετατοπιστεί από τις γυναικείες σπουδές στις σπουδές φύλου, με αποτέλεσμα η „αρρενωπότητα“ να αποτελεί επίσης αντικείμενο έρευνας (βλ. Metzler Lexikon 2002, 141-143).
Δεδομένου ότι υπάρχει πολύ στενή σχέση μεταξύ γλώσσας και σκέψης, σύμφωνα με τον Kusterle, μπορούν να προσδιοριστούν οι επιπτώσεις στα πολιτισμικά πλαίσια και την κοινωνική συνύπαρξη (βλ. Kusterle 2011, 66). Ο Kusterle αναφέρει ότι η αλλαγή της γλώσσας οδηγεί σε αλλαγή της αντίληψης του κόσμου. Εάν οι γυναίκες βρίσκονται σε μειονεκτική θέση στη γλώσσα, βιώνουν επίσης μειονεκτική θέση στην κοινωνία (βλ. Kusterle 2011, 80). „Από την άλλη πλευρά, ένα αλλαγμένο, ισότιμο ως προς τα φύλα γλωσσικό σύστημα οδηγεί σε μια αλλαγμένη, ισότιμη πραγματικότητα“ (Kusterle 2011, 80).
Δυνατότητες μιας γλώσσας που είναι δίκαιη ως προς το φύλο
Από το ουσιαστικό gender μπορεί να προκύψει το ρήμα gendern, το οποίο δηλώνει τα ίσα δικαιώματα των γυναικών και των ανδρών στη χρήση της γλώσσας. Οι Diewald και Steinhauer προσφέρουν πολυάριθμες δυνατότητες για τη χρήση της γλώσσας που είναι δίκαιη ως προς το φύλο. Πιθανώς η πιο σαφής παραλλαγή είναι η εκτεταμένη διπλή ονομασία, στην οποία απευθύνονται ρητά και τα δύο φύλα. Στην περίπτωση αυτή, η σύνθεση μπορεί να γίνει τόσο στον ενικό όσο και στον πληθυντικό αριθμό με τον σύνδεσμο και, τον σύνδεσμο ή ή μια κάθετο (π.χ. μαθητές).
Μια σαφέστερη και γλωσσικά πιο οικονομική μορφή του gendering είναι η λεγόμενη οικονομική ορθογραφία για τα διπλά ουσιαστικά. Αυτή μπορεί να εκφραστεί με κάθετο (με παύλα) (π.χ. γιατρός, προσωπικό, προσωπικό), με παύλα Ι (π.χ. προσωπικό) ή με αστερίσκο (π.χ. προσωπικό). Ο τελευταίος θεωρείται πιο σύγχρονος, καθώς ανταποκρίνεται περισσότερο στις τρέχουσες συζητήσεις για τη διαφυλικότητα και τη διεμφυλικότητα. „Το φύλο [δεν] νοείται πλέον ως δυαδικό σύστημα“ (Duden 2017, 46), αλλά προτείνονται επίσης πιθανές περαιτέρω κατηγορίες.
Επιπλέον, υποκατάστατες μορφές και αναδιατυπώσεις μπορούν να εξυπηρετήσουν την ισότιμη για τα φύλα γλώσσα. Παραδείγματα θα μπορούσαν να είναι οι ουσιαστικοποιημένες μετοχές ή τα επίθετα στον πληθυντικό (π.χ. φοιτητές), μια περίληψη αντί για προσωπικά ονόματα (π.χ. Kollegium για τους συναδέλφους) ή εκφράσεις ουδέτερες ως προς το φύλο (π.χ. der Mensch, die Person). Με τη χρήση αυτών των επιλογών, τα γυναικεία πρόσωπα όχι μόνο περιλαμβάνονται – όπως με τη γενική αρσενικού, όπου ο αρσενικός τύπος ισχύει και για μια μικτή ομάδα – αλλά αναφέρονται ρητά (βλ. Duden 2017).