Ο όρος ολοκλήρωση (λατινικά integratio) σημαίνει „αποκατάσταση ενός συνόλου“ (Hillmann 2007, 383). Στην κοινωνιολογία, αναφέρεται σε μια „ενσωμάτωση που σχετίζεται με τη συμπεριφορά και τη συνείδηση ή ευθυγράμμιση με δομές αξιών και πρότυπα συμπεριφοράς“ (ό.π.). Συνήθως μια κοινωνική ομάδα ή άτομα μιας ομοιογενούς κοινωνίας αντιπαραβάλλονται και συγκρίνονται μεταξύ τους, ώστε να μπορούν να γίνουν ταξινομήσεις μεταξύ των ενσωματωμένων και των μη ενσωματωμένων (βλ. Gregori 2015, 25). Πρόκειται για έναν πολύ σύνθετο όρο, γι‘ αυτό και δεν υπάρχει ομοφωνία για το τι ακριβώς εννοείται με αυτόν (πρβλ. Grosche 2015).
Διαφορετικοί ορισμοί
Το Συμβούλιο Εμπειρογνωμόνων (SVR) των Γερμανικών Ιδρυμάτων για την Ένταξη και τη Μετανάστευση δίνει τον ακόλουθο ορισμό:
Το SVR αντιλαμβάνεται την ένταξη ως τη συμμετοχή όλων στους κεντρικούς τομείς της κοινωνικής ζωής με όσο το δυνατόν περισσότερες ίσες ευκαιρίες. Αυτές εκτείνονται από την ανατροφή και την πρώιμη εκπαίδευση στην οικογένεια καθώς και σε δημόσια ιδρύματα προσχολικής ηλικίας, τη σχολική εκπαίδευση, την επαγγελματική κατάρτιση και μια ζωή που αυτοκαθορίζεται μέσω της εργασίας και των αποδοχών της και δεν εξαρτάται από μεταβιβάσεις, μέχρι την πολιτική συμμετοχή – η οποία εξαρτάται από την ιδιότητα – καθώς και τη συμμετοχή στα πιο ποικίλα συστήματα προστασίας και πρόνοιας του νομικού και κοινωνικού κράτους (Sachverständigenrat deutscher Stiftungen für Integration und Migration 2019). Ο Filsinger επιβεβαιώνει αυτόν τον ορισμό και συνοψίζει την ένταξη ως „την ισότιμη συμμετοχή (δικαιοσύνη πρόσβασης) στους οικονομικούς, οικολογικούς, κοινωνικούς και πολιτιστικούς πόρους της κοινωνίας“ (βλ. Hinrichs 2003 όπ. αναφ. στο Filsinger 2008, 8).
Ενσωμάτωση του συστήματος και κοινωνική ενσωμάτωση
Ο Esser, από την άλλη πλευρά, διακρίνει την ολοκλήρωση μεταξύ κοινωνικής ολοκλήρωσης και συστημικής ολοκλήρωσης, προκειμένου να καταστήσει τον όρο πιο κατανοητό. Η ολοκλήρωση του συστήματος νοείται ως η ολοκλήρωση ενός κοινωνικού συστήματος στο σύνολό του (πρβλ. Esser 2004, 53). Η κοινωνική ολοκλήρωση, από την άλλη πλευρά, αναφέρεται στη σχέση μεταξύ των ατόμων και στην ένταξή τους σε ένα ήδη υπάρχον κοινωνικό σύστημα (πρβλ. ό.π., 46). Τέσσερις διαστάσεις μπορούν να διακριθούν μεταξύ τους:
– Πολιτισμός, ο οποίος αναφέρεται στην αφομοίωση „γνώσεων, δεξιοτήτων και πολιτισμικών „μοντέλων“, συμπεριλαμβανομένης ειδικότερα της γλωσσικής κοινωνικοποίησης“ (ό.π.),
– τοποθέτηση, η οποία αναφέρεται στην „ανάληψη δικαιωμάτων και την κατάληψη θέσεων“ (ό.π.),
– την αλληλεπίδραση, η οποία αφορά τη σύνδεση των κοινωνικών σχέσεων και την ένταξη σε κεντρικά δίκτυα (βλ. ό.π.), και
– την ταύτιση, η οποία επιτυγχάνεται μέσω μιας ορισμένης αφοσίωσης στο κοινωνικό σύστημα (βλ. ό.π.).
Η ενσωμάτωση μπορεί να επιτύχει με διαφορετικούς τρόπους, αλλά παραθέτουμε ορισμένες γενικές συμβουλές:
Βιβλιογραφία
Esser, Hartmut (2004): Ποια εναλλακτική λύση στην „αφομοίωση“ υπάρχει στην πραγματικότητα; Στο: Bade, Klaus/ Bommes, Michael (επιμ.): Migration-Integration-Bildung. Βασικά ερωτήματα και προβληματικές περιοχές. IMIS-Beiträge Heft 23. Osnabrück, 41-59.
Filsinger, Dieter (2008): Προϋποθέσεις επιτυχούς ένταξης – Παρακολούθηση και αξιολόγηση της ένταξης. Πραγματογνωμοσύνη για λογαριασμό του Ιδρύματος Friedrich Ebert. Bonn.
Georgi, Viola B: Ενσωμάτωση, ποικιλομορφία, ένταξη. In: Magazin II, 25-27. https://www.die-bonn.de/zeitschrift/22015/einwanderung-01.pdf [19.08.19].
Grosche, M. Τι είναι η ένταξη; Στο: Kuhl, P./ Stanat, P./ Lütje-Klose, B./ Gresch, C./ Pant, H. A./ Prenzel, M. (επιμ.): Inklusion von Schülern und Schülern mit sonderpädagogischem Förderbedarf in Schulleistungserhebungen. Θεμέλια και ευρήματα. Wiesbaden: Springer, 17-39.
Hillmann, Karl-Heinz (2007): Wörterbuch der Soziologie. 5th ed. Στουτγάρδη: Kröner.
Συμβούλιο εμπειρογνωμόνων των γερμανικών ιδρυμάτων για την ένταξη και τη μετανάστευση (2019): https://www.svr-migration.de/glossar/ [19.08.19].