Ο όρος ποικιλομορφία δεν αναφέρεται σε μια σταθερή, σαφώς καθορισμένη έννοια, αλλά αντιπροσωπεύει μια συζήτηση που „ασχολείται με το ζήτημα του κατάλληλου πολιτικού, νομικού, οικονομικού και παιδαγωγικού χειρισμού της κοινωνικής ποικιλομορφίας“ (Sievers 2013, 16 στ.). Κατά συνέπεια, υπάρχουν δύο διαφορετικές αντιλήψεις για τη διαφορετικότητα. Από τη μία πλευρά, η ποικιλομορφία νοείται ως ποικιλομορφία με έμφαση στις διαφορές και, από την άλλη πλευρά, η κατανόηση μιας σύνοψης κοινών σημείων και διαφορών (βλ. Sievers 2013, 17).
Ποικιλομορφία και διαφορά
Ο Schönhuth αναφέρει σχετικά ότι ο όρος μπορεί να σημαίνει ποικιλομορφία με την έννοια του εύρους και της ποικιλίας, αλλά και διαφορά με την έννοια της διαφοράς και της ιδιαιτερότητας. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ποικιλομορφία χρησιμοποιείται θετικά και η διαφορά αρνητικά (βλ. Schönhuth 2011, 52). Ο Sievers επισημαίνει επίσης δύο επίπεδα προσεγγίσεων της ποικιλομορφίας, αλλά διακρίνει μεταξύ μιας αναλυτικής και μιας κανονιστικής προσέγγισης. Η πρώτη διακρίνει μόνο την ποικιλομορφία καθεαυτή, ενώ η κανονιστική προσέγγιση αξιολογεί θετικά τις προηγούμενες περιγραφές και τονίζει την εκτίμηση κάθε ανθρώπινου όντος (Sievers 2013, 17).
Σύμφωνα με την Allemann-Ghionda, η ποικιλομορφία αποτελείται από χαρακτηριστικά που σχετίζονται με το άτομο και την ομάδα. Επισημαίνει επίσης ότι αυτά είναι εν μέρει έμφυτα, εν μέρει ατομικά επίκτητα και εν μέρει δημιουργούνται από τους νόμους και τις θεσμικές πρακτικές και συνθήκες πλαισίου. Ως παραδείγματα, η Allemann-Ghionda επισημαίνει την κοινωνικοοικονομική κατάσταση, την εθνικότητα, την εθνικότητα, το φύλο ή το φύλο, τη θρησκεία και πολλά άλλα (βλ. Allemann-Ghionda/ Bukow 2011, 25). Επιπλέον, σύμφωνα με τον Schröter, η έννοια της πολυμορφίας περιλαμβάνει το αίτημα για ανεκτικότητα, καταπολέμηση των διακρίσεων και υλοποίηση ίσων ευκαιριών (Schröter 2009, 79). Επομένως, σύμφωνα με τον Schönhuth, η έννοια της πολυμορφίας αποκτά σημασία στη σχέση μεταξύ της πολιτισμικής πολυμορφίας και της κρατικής ή υπερεθνικής δράσης, καθώς και στον εργασιακό χώρο (βλ. Schönhuth 2011, 54).
Εκπαίδευση για την ποικιλομορφία και διαχείριση της ποικιλομορφίας
Η συνάφεια της έννοιας της πολυμορφίας αντικατοπτρίζεται σε περαιτέρω έννοιες όπως η έννοια της εκπαίδευσης στην πολυμορφία και η έννοια της διαχείρισης της πολυμορφίας. Σύμφωνα με τον Barmeyer, η τελευταία είναι μια αμερικανική έννοια „που αναγνωρίζει την ετερογένεια των μελών ενός οργανισμού ως ευκαιρία και αξία και αποσκοπεί στην αποτελεσματική αξιοποίηση του σχετικού δυναμικού κάθε μεμονωμένου εργαζομένου […]“ (Barmeyer 2012, 40).
Σε αυτό το πλαίσιο, θα υπήρχαν τέσσερις διαστάσεις της ποικιλομορφίας – προσωπική, εσωτερική, εξωτερική και οργανωτική. Η έννοια της εκπαίδευσης για την πολυμορφία εστιάζει επίσης στη διαφορετικότητα ως δυναμικό και πρόκληση, καθώς και ως πλούτο ευκαιριών. Εν προκειμένω, ωστόσο, θα υπήρχε πληθώρα καθηκόντων που θα έπρεπε να εκπληρωθούν. Η έννοια θα πρέπει να εφαρμοστεί στην εκπαίδευση στον τομέα των κεντρικών πολιτισμικών τεχνικών, της μάθησης με βάση τα αυτοεπιλεγμένα θέματα και τα δικά της ενδιαφέροντα, μέσω εκπαιδευτικών ιδρυμάτων χωρίς αποκλεισμούς με ετερογενείς ομάδες μάθησης, της εσωτερικής διαφοροποίησης, της αντιστάθμισης των μειονεκτημάτων καθώς και της προσβασιμότητας κ.ά. (βλ. Hauenschild/ Robak/ Sievers 2013, 12-13).
Αξιολόγηση της έννοιας της πολυμορφίας
Ένα σημείο κριτικής στην έρευνα είναι ότι η έννοια της πολυμορφίας αποτελεί απλώς μια αναπαραγωγή των κοινωνικών διακρίσεων στην οποία η „πολυχρωμία“ δεν είναι ο στόχος αλλά το πρόβλημα. Διότι δεν πρόκειται για διακρίσεις όπως η μέρα και η νύχτα, αλλά για κοινωνικές ανισότητες σε σχέση με τη διάκριση μεταξύ ανδρών και γυναικών, μεταναστών και μη μεταναστών, ατόμων με και χωρίς αναπηρία κ.λπ. (βλ. Walgenbach 2017, 121).
Αναφερόμενος σε αυτό, ο Hormel διατυπώνει ότι οι λόγοι που σχετίζονται με την πολυμορφία επιχειρούν να συνδυάσουν δύο προσεγγίσεις, δηλαδή αυτή του προγραμματισμού κατά των διακρίσεων και αυτή της εκτίμησης της κοινωνικής και πολιτισμικής πολυμορφίας για την αύξηση μιας ποικιλίας αποτελεσμάτων (πρβλ. Hormel 2008, 21). Ο Sievers αναφέρει ότι ο όρος ποικιλομορφία χρειάζεται μια οριστική όξυνση προκειμένου να είναι σε θέση να τον διακρίνει από όρους όπως ποικιλομορφία, ετερογένεια ή διαφορά και να μεταφέρει περαιτέρω περιεχόμενο (πρβλ. Sievers 2013, 18).
Βιβλιογραφία
Allemann-Ghionda, Cristina/ Bukow, Wolf-Dietrich (επιμ.) (2011): Places of Diversity. Μορφές, ρυθμίσεις και σκηνοθεσίες. Wiesbaden: VS.
Barmeyer, Christoph (2012): Διαχείριση της ποικιλομορφίας. Στο: ers.: Taschenlexikon Interkulturalität. Göttingen: Vandenhoeck & Ruprecht, 40-42.
Εκπαίδευση για την πολυμορφία. Zugänge – Perspektiven – Beispiele. Frankfurt a. M.: Brandes & Apsel.
Hormel, Ulrike (2008): Διαφορετικότητα και διακρίσεις. In: Sozial Extra 11/12, Praxis aktuell: Soziale Arbeit und Diversity, 20-23.
Schönhuth, Michael (2011): Διαφορετικότητα. Στο: Kreff, Fernand/ Knoll, Eva-Maria/ Gingrich, Andre (επιμ.): Lexikon der Globalisierung. Bielefeld: Transcript.
Schröter, Susanne (2009): Gender and Diversity: Gender and Diversity. Πολιτισμικές σπουδές και ιστορικές προσεγγίσεις. Στο: Andresen, Sünne/ Koreuber, Mechthild/ Lüdke, Dorothea (επιμ.): Gender and Diversity: Nightmare or Dream Couple? Διεπιστημονικός διάλογος για τον „εκσυγχρονισμό“ της πολιτικής για το φύλο και την ισότητα. Wiesbaden: VS.
Walgenbach, Katharina (2017): Ετερογένεια – διατομικότητα – ποικιλομορφία στην εκπαιδευτική επιστήμη. Opladen/ Τορόντο: Barbara Budrich Verlag.